top of page

RESEARCH BLOG

Work from the 2014 Paros Translation Symposium: William Rowe

COUNTRY OF THIRST

Broken seats

Then along the left side of the road the country of thirst could be seen

On the Chilean desert with soldiers patrolling the entries ticket offices smashed and defeated orchestras disappearing into the sky

While hundreds and hundreds of oboes abandoned on the stones became the semblance of the afternoon and the disemboweled seats were like images of dreams shattered pieces of the acoustical shell in the sand dunes

Where they beat us with rifle butts and asked our names one of us said ‘I can’t hear’ and the officer shouted ‘your name or you’re fucked’ and ‘Beethoven’ he said and the officer ‘What Beethoven’ and he ‘that one’ and the other one ‘you won’t get a single note out of this piece of shit’ and the sand dunes of the symphony orchestra fused themselves with the infinite desert of the horizon scragged parched like a country of thirst bombed traversed by the road

LVB/OP116

Like a line of blood

And then did you hear him beside the road standing there conducting the sand dunes?

Where no-one can hear and nobody is the music of those deaf winds nobody those burnt skies nobody those piles of stones

When the plains of a country of thirst could be seen and we asked deaf Ludwig Van with signs why it was he wasn’t listening Because I never imagined I’d be conducting an orchestra of deserts was his reply as he conducted us while the stretch of road in front started to go red clean straight like a line of blood disappearing into the horizon

[from The Earth Has Been Destroyed, London 2009]

Engine (after Rimbaud)

Yellow morning / I go strolling / a fleck of sharp sound / sweated at the furnace / flies towards me / like a soul / glutted in devastation / walks the cradle song / of deceived channels to the fields / why not a few / decapitations?

I have stretched out no more the supreme receptors / garlands of the self / in their chains / I know nothing of their heart / a gift of stars.

The high pool to pride co-ordinately / or spell-binding / lift it over the white scenes / what violet foliage / empty glazed Diana?

While the pale depths / that feasts of fraternity endure / filthy damp / lines of strong rose pink in the clouds / an appreciable taste smeared with mountain earth / a black smut snow.

Or a long beam / tilting lights clothe me / on the roof / and turned to the shadow side / each candle / more queens!

Vigils (also after Rimbaud)

1.

It’s illuminated rest not fever nor languidness on a bed or on a field. It’s the friend not ardent not weak. The friend. It’s the lover, neither tormenting nor tormented. The lover. The air and the world not sought for. Life. — Was it this? — And sleep that refreshes.

2.

Illumination returns to the roof tree. From both sides of the room,

decorated in any way, harmonic elevations meet. The wall in front of the watcher is a psychological succession of cups, freezes, atmospheric bands and geological accidents. –Intense and rapid dream of sentimental groups with beings drawn from all the characters within all appearances.

3. The lamps and the cloths of vigil make the noise of waves at night along the hull and round the steerage. The sea and the vigil, like Amelia’s breasts. The tapestries, half way up, lace copses in emerald dye, where the doves of vigil fly up. …………………………………………………………………………………………..

The fire-back of the black hearth, real suns on the beaches: ah! holes of magic; solitary view of dawn, this time.

William Rowe

********************************************************************************************************************

NOTE: The translations below are works-in-progress

[Μεταφράζοντας από την αγγλική μετάφραση του William Rowe, του βιβλίου LVB του Χιλιανού ποιητή Raúl Zurita.]

Η ΧΩΡΑ ΤΗΣ ΔΙΨΑΣ

Σπασμένα καθίσματα

Τότε στην αριστερή πλευρά του δρόμου μπορούσες να δεις τη χώρα της δίψας

Στην έρημο της Χιλής με στρατιώτες περιπολώντας στις εισόδους περίπτερα εισιτηρίων καταστραμμένα και διαλυμένες ορχήστρες να χάνονται στον ουρανό

Καθώς τα παρατημένα στις πέτρες όμποε, εκατοσταριές ολόκληρες, έγιναν το πρόσωπο του απογεύματος και τα ξεκοιλιασμένα καθίσματα εικόνες ονείρων θρυμματισμένο το κουφάρι των ακουστικών στους αμμόλοφους

Όπου εκεί μας χτυπούσαν με τα κοντάκια των όπλων και ζητούσαν τα ονόματά μας ένας από μας είπε ‘δε μπορώ ν’ ακούσω’ κι ο αξιωματικός ούρλιαξε ‘τ’ όνομά σου ή την πούτσισες’ κι αυτός είπε ‘Μπετόβεν’ κι ο αξιωματικός ‘ποιος Μπετόβεν’ κι’ αυτός ‘ο ίδιος’ κι ο άλλος ‘κουβέντα γαμημένη δεν παίρνεις απ’ αυτόν τον καριόλη’ και τους αμμόλοφους της συμφωνικής ορχήστρας τους ρούφηξε η απέραντη έρημος του ορίζοντα σκέλεθρο καβουρντισμένο σαν τη βομβαρδισμένη χώρα της δίψας που τη διασχίζει ο δρόμος

Translation / Μετάφραση: Angelos Parthenis / Άγγελος Παρθένης

LVB/OP116

Σαν γραμμή από αίμα

Τότε τον άκουσες δίπλα στο δρόμο να στέκεται εκεί διευθύνοντας τούς αμμόλοφους;

Όπου κανείς δεν ακούει και κανείς δεν είναι η μουσική αυτών των κουφών ανέμων κανείς αυτοί οι φλεγόμενοι ουρανοί κανείς αυτοί οι σωροί από πέτρες

Όταν οι κάμποι απ’ τη χώρα της δίψας εμφανίστηκαν κι εμείς ρωτήσαμε με νοήματα τον κουφό Λούντβιχ Βαν γιατί δεν πρόσεχε Γιατί ποτέ δε σκέφτηκα ότι θα διεύθυνα μια ορχήστρα από ερήμους μας απάντησε καθώς μας διεύθυνε ενώ το άπλωμα του δρόμου μπροστά άρχισε να γίνεται κόκκινο καθαρό ίσιο σα γραμμή από αίμα που την καταπίνει ο ορίζοντας

Translation / Μετάφραση: Angelos Parthenis / Άγγελος Παρθένης

[απο The Earth Has Been Destroyed, Λονδίνο 2009]

Μηχανή (κατά τον Ρεμπώ)

Κιτρινισμένο πρωινό / πάω περίπατο / το στίγμα ενός αιχμηρού ήχου / ιδρωμένος στο καμίνι / ορμά καταπάνω μου / σαν μια ψυχή / χορτασμένος από εγκατάλειψη / βγάζει βόλτα το ρυθμό της κούνιας / τραγούδι των εξαπατημένων διόδων στους αγρούς / γιατί όχι και λίγοι / αποκεφαλισμοί;

Έχω εκτείνει στο έπακρο τα υπέρτατα αισθητήρια / γιρλάντες του εαυτού /στα δεσμά τους / δεν ξέρω τίποτα για την καρδιά τους /χάρισμα των αστεριών.

Την ουράνια λίμνη με περηφάνεια συντονισμένη / ή με μάγια δεμένη / ύψωσέ την πάνω απ’ τα λευκά τοπία / τι μενεξεδένια φυλλωσιά / στιλβωμένη με το κενό Άρτεμη;

Ενόσω τα ωχρά βάθη / αυτές οι ευωχίες αδελφοσύνης αντέχουν / ρυπαρή μούχλα / έντονα ρόδινες γραμμές στα σύννεφα / μια άξια γεύση πασπαλισμένη με βουνήσια γη / ένα μαύρο καπνισμένο χιόνι.

Σε μια διάχυτη ακτίνα / φώτα πορείας με ντύνουν / στην στέγη /και στροφή στης σκιάς την όψη /κάθε κερί / κι άλλες βασίλισσες.

Translation / Μετάφραση: Athanasios Fotiades / Αθανάσιος Φωτιάδης Petros Lygizos / Πέτρος Λυγίζος Vassiliki Rapti / Βασιλική Ράπτη

Αγρυπνία (επίσης κατά τον Ρεμπώ)

1. Είναι φεγγοβολημένη ανάπαυλα όχι πυρετός ούτε λήθαργος πάνω σ’ ένα κρεββάτι ή πάνω σ’ ένα χωράφι. Είναι ο φίλος όχι φλεγόμενος όχι αδύναμος. Ο φίλος. Είναι ο εραστής ούτε τύραννος ούτε τυραννισμένος. Ο εραστής. Ο αέρας και ο κόσμος που δεν ζητήθηκαν. Ζωή. – Ήταν στ΄ αλήθεια αυτό; – Και ύπνος που ανασταίνει.

2. Η λάμψη επιστρέφει στο δένδρο της στέγης . Κι από τις δυό όψεις του δωματίου. τυχαία διακοσμημένες, αρμονικές κορυφώσεις συναντώνται. Ο τοίχος μπροστά από τον θεωρό είναι μια ψυχολογική ακολουθία από κύπελλα, μετώπες, ατμοσφαιρικές ενορχηστρώσεις και γεωλογικά ατυχήματα. – Έντονο και γοργό όνειρο συναισθηματικών ομάδων με υπάρξεις βγαλμένες από κάθε χαρακτήρα σε κάθε αμφίεση.

3. Τα φώτα και τα ενδύματα της αγρυπνίας γεννούν τον ήχο των κυμάτων την νύχτα πλάι στα ίσαλα και γύρω απ’ την τιμονιέρα. Η θάλασσα και η αγρύπνια σαν τα στήθη της Αμέλια. Τα κεντητά παραπετάσματα, στην μισή τους διαδρομή, δαντέλες σε χρώμα σμαραγδί, όπου πετούν τα περιστέρια της αγρύπνιας.

………………………………………………………………………………………………………………….

Τα ίχνη της φωτιάς από το μαύρο τζάκι, αληθινοί ήλιοι πάνω στις αμμουδιές: ω! κύκλοι αδειανοί μαγείας· μοναχική θέα της αυγής, αυτήν την φορά.

Translation / Μετάφραση: Athanasios Fotiades / Αθανάσιος Φωτιάδης Petros Lygizos / Πέτρος Λυγίζος Vassiliki Rapti / Βασιλική Ράπτη


コメント


bottom of page